Η ενδομητρίωση είναι μια πάθηση κατά την οποία τα κύτταρα από την επένδυση της μήτρας (ενδομήτριο: ενδομητρικοί αδένες και στρώμα) μεγαλώνουν σε μέρη εκτός της μήτρας. Όπως η επένδυση της μήτρας (ενδομήτριο) αιμορραγεί κατά την περίοδο, οι περιοχές του ενδομητρίου μπορούν επίσης να αιμορραγούν, δημιουργώντας ινώδη ιστό (ουλές ή προσφύσεις). Η ενδομητρίωση είναι η δεύτερη πιο συνήθης γυναικολογική πάθηση. Θεωρείται ότι αφορά το 5-7% των γυναικών της αναπαραγωγικής ηλικίας και συναντάται περισσότερο σε γυναίκες ηλικίας 25 με 40 ετών, αλλά μπορεί να επηρεάσει μια γυναίκα και από τη στιγμή που θα ξεκινήσει η περίοδος της. Η νόσος έχει συνδεθεί με την υπογονιμότητα και δεν έχει ακόμη διευκρινισθεί η παθοφυσιολογία και η αιτιολογία της νόσου

Η ενδομητρίωση είναι καλοήθης πάθηση (όχι καρκινογόνος) παρόλα αυτά δημιουργεί πολλά προβλήματα. Η παλαιότερη και ευρύτερα αποδεκτή θεωρία (θεωρία Simpson) είναι ότι το αίμα της περιόδου μερικές φορές αντί να ρέει προς τα έξω, ρέει ανάποδα προς την πύελο, μέσω των σαλπίγγων, και έτσι στοιχεία του ενδομητρίου (στρώμα και ενδομητρικοί αδένες) πέφτουν μέσα στην κοιλιά και ειδικότερα μέσα στην πύελο της γυναίκας. Τα στοιχεία αυτά προσκολλώνται στα τοιχώματα των διαφόρων οργάνων (σάλπιγγες, ωοθήκες, έντερο, ουροδόχος κύστη, κοιλιακό περιτόναιο), εμφυτεύονται, τροφοδοτούνται με αίμα και μετατρέπονται σε ενεργείς εστίες ενδομητρίωσης, οι οποίες και αιμορραγούν κάθε φορά που η γυναίκα έχει έμμηνο ρύση, ακριβώς γιατί συμπεριφέρονται όπως και το κανονικό ενδομήτριο. Υπάρχουν και άλλες θεωρίες δημιουργίας ενδομητρίωσης όπως η θεωρία μετάπλασης, γενετική και αγγειακή θεωρία.

Η ενδομητρίωση εμφανίζεται τις περισσότερες φορές:
-Στις ωοθήκες και ονομάζεται ενδομητρίωμα ή σοκολατοειδής κύστη
-Πίσω από τη μήτρα
-Πάνω στους συνδέσμους της μήτρας
-Στο έντερο, στην ουροδόχο κύστη, στον κόλπο
-Στο περιτόναιο
-Σπανίως σε απομακρυσμένα όργανα όπως το διάφραγμα και τον πνεύμονα
-Επίσης σπανίως στα τοιχώματα της κοιλιάς μετά από καισαρική τομή ή χειρουργείο

Συμπτώματα ενδομητρίωσης

Ο πόνος είναι από τα πιο συχνά συμπτώματα της ενδομητρίωσης. Συνήθως οι γυναίκες πονάνε χαμηλά στην κοιλιά (υπογάστριο). Η ένταση του πόνου δεν εξαρτάται πάντα από την έκταση της ενδομητρίωσης, η οποία βάσει της Αμερικανικής Εταιρείας Γονιμότητας χωρίζεται σε τέσσερα στάδια βαρύτητας: και η κατηγοριοποίηση γίνεται μόνο χειρουργικά. Η εντόπιση των ενδομητριωσικών εστιών, το βάθος που διεισδύουν μέσα στους διάφορους ιστούς στους οποίους εντοπίζονται και το συνολικό τους μέγεθος ποικίλει και καθορίζει την κάθε περίπτωση. Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης περιλαμβάνουν:

  • Έντονη δυσμηνόρροια (πόνος περιόδου), που χειροτερεύει με την πάροδο του χρόνου.
  • Χρόνιος πόνος χαμηλά και πίσω στη λεκάνη.
  • Πόνος κατά τη διάρκεια και μετά την επαφή (δυσπαρευνία).
  • Γαστρεντερικές ενοχλήσεις όπως διάρροια, δυσκοιλιότητα, μετεωρισμό (φούσκωμα) ειδικά κατά τη διάρκεια των περιόδων
  • Επίπονες εντερικές κινήσεις και ούρηση στην εμμηνορυσία.
  • Βαριές και μακριές εμμηνορρυσίες.
  • Μικρή διαφυγή αίματος ανάμεσα στις περιόδους.
  • Υπογονιμότητα.

Διάγνωση
Η λήψη καλού ιστορικού θέτει πολλές φορές την υποψία της νόσου. Η ενδομητρίωση μπορεί να διαγνωστεί από τη γυναικολογική εξέταση κατά την οποία μπορούν να ψηλαφηθούν ενδομητριωσικές εστίες. Ο έλεγχος και ψηλάφηση της ενδομητριωσικής περιοχής προκαλούν πολύ συχνά τον πόνο που περιγράφει η γυναίκα. Επιπλέον ένα διακολπικό ή διορθικό υπερηχογράφημα συμπληρώνει την εξέταση διότι απεικονίζει πολύ καλά την βλάβη. Υπάρχει ένας βιοχημικός δείκτης, CA 125, ο οποίος αυξάνεται σε περίπτωση ενδομητρίωσης. Δεν είναι όμως απόλυτος δείκτης. Αν κατά τη φυσική εξέταση ή τον υπέρηχο δεν ανεβρεθούν ενδομητριωσικές εστίες τότε η μαγνητική τομογραφία μπορεί να δώσει τη διάγνωση. Η τελική και πιο σίγουρη μέθοδος με την οποία μπορούμε να κάνουμε τη διάγνωση και να δούμε τις εστίες είναι η λαπαροσκόπηση. Με τη λαπαροσκόπηση βλέπουμε τις εστίες, το μέγεθος και την έκταση της ενδομητρίωσης.

Θεραπεία
Η επιλογή της μεθόδου για τη θεραπεία εξαρτάται από παράγοντες όπως η ύπαρξη υπογονιμότητας, η ηλικία της ασθενούς, καθώς και η βαρύτητα και η έκταση της νόσου.

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης προκαλεί ανακούφιση των συμπτωμάτων σε πολλές γυναίκες. Θα πρέπει όμως να γίνει ξεκάθαρο, ότι η νόσος δεν εξαλείφεται με τα φάρμακα.

  • Για μερικές γυναίκες με ελαφρά συμπτώματα ο γιατρός μπορεί να συστήσει παυσίπονα.
  • Εάν τα συμπτώματα (κυρίως πόνος) επιμένουν μπορούν να δοθούν αντισυλληπτικά, τα οποία σήμερα αποτελούν το φάρμακο εκλογής σε νέες γυναίκες. Τα αντισυλληπτικά χορηγούνται σε κυκλική ή συνεχή μορφή (χωρίς η γυναίκα να βλέπει τη περίοδο) μειώνοντας την ποσότητα των οιστρογόνων και το ερεθισμό που προκαλούν τα οιστρογόνα στις εστίες της ενδομητρίωσης. Τα αντισυλληπτικά χορηγούνται και μετά από χειρουργική θεραπεία της ενδομητρίωσης σε γυναίκες που δεν επιθυμούν άμεσα την εγκυμοσύνη για τη πρόληψη της επανεμφάνισης της νόσου.
  • Προγεστερόνη: Η προγεστερόνη μειώνει την πάχυνση του ενδομητρίου στη μήτρα και στις έκτοπες εστίες. Νέα θεραπεία με μόνη διενογέστη (είδος προγεστερόνης) 2 mg υπόσχεται υψηλή αποτελεσματικότητα στη μείωση του πόνου και των ενδομητριωσικών εστιών.
  • Ενέσιμα σκευάσματα που προκαλούν τεχνητή εμμηνόπαυση και δίδονται συνήθως για έξι μήνες. Η θεραπεία αυτή μειώνει πολύ την περιτοναϊκή ενδομητρίωση αλλά δεν προσφέρει καμία θεραπεία στις ενδομητριωσικές κύστεις.

Χειρουργική θεραπεία  της ενδομητρίωσης γίνεται κυρίως λαπαροσκοπικά όταν η φαρμακευτική αντιμετώπιση αποτύχει ή όταν υπάρχει πρόβλημα υπογονιμότητας. 

Σε περιπτώσεις βαριάς ενδομητρίωσης με υπογονιμότητα πολλές φορές χρειάζεται να καταφύγουμε σε εξωσωματική γονιμοποίηση.

Σχετικά Video